Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Μέριλυν Μονρόε

Όταν η θεία Μέριλυν αποσύρεται στην κάμαρά της, τ΄αγόρια της γειτονιάς σκαρφαλώνουν τις σκαλωσιές. Εκείνη δοκιμάζει μες στο δωμάτιο τα φορέματα της Κυριακής. Έπειτα θ΄ακουστεί η σειρήνα της βάρδιας σ΄όλη την πόλη. Η θεία Μέριλυν με τα δασικά της μάτια κυκλώνεται από σιωπή και τ΄αγόρια της. Κάθε νύχτα αθλητές και λογοτέχνες στην αυλή της. Κάθε νύχτα πάρτυ γενεθλίων, οι εμψυχώσεις για τις μάταιες αποβάσεις, πάντα η θεία Μέριλυν με τα φουστάνια της ανάγλυφα και την εξωφρενική ηδυπάθεια των μελών της. 
Η θεία Μέριλυν ζει στα θέατρα, τις μικρές, θεατρικές σκηνές, είναι μια Στέλλα μαχαιρωμένη στο κέντρο των Αθηνών, στη Νέα Υόρκη, στο Παλέρμο. Ήταν μια Στέλλα είπαν όταν τη βρήκαν νεκρή μες στα φάρμακα. Τώρα τ΄όνομά της συζητιέται παντού. Η Νόρμα Τζην αρπάζει το τριαντάφυλλο από το βωμό και χάνεται μες στην αμερικανική νύχτα. Σαν σύμβολο λάμπει η Νόρμα Τζην μες στις δεκαετίες. Με το ιλιγγιώδες στόμα και το όνομα μιας ερωμένης. Γεννήθηκε για έρωτα η Νόρμα Τζην και στο εργοστάσιο όλοι το γνωρίζουν. Είδαν τις φωτογραφίες, κάτι κακές λήψεις με την πρώιμη δροσιά ενός κοριτσιού. Ήταν ζωγραφισμένη σαν σε λάδι η Νόρμα και για αυτήν την υπομονή της αμείφθηκε με δέκα δολάρια.

Έπειτα από το σπουδαίο εκείνο ποσό, αργά λησμόνησε για πάντα το εργοστάσιο. Ακόμη έφυγε από την πόλη, αποπλανημένη με το λευκό της φόρεμα όταν γεμίζουν οι καιροί. Η Εύα δίχως πατέρα, η Εύα με την τρελή της μάνα, ψυχοπαίδι στ΄αμερικάνικα σπίτια, φορτωμένη τους άντρες της και τη μοίρα. Και απλώνει μες στην Αμερική η Νόρμα Τζην γιατί είναι πράγμα θηλυκό η ομορφιά και όσοι την είδαν κοιμούνται στα δροσάτα περιβόλια. Μια άλλη όψη του φεμινισμού η Νόρμα Τζην, κατεστραμμένη, μια σωσμένη επιγραφή στα μητρώα της αισθητικής, μια υπενθύμιση για τους ανυποψίαστους και τ΄αρπαχτικά δόγματα.

Πουθενά αλλού δεν θα μπορούσε η Νόρμα Τζην να γεννηθεί παρά μόνον στις μεγάλες, χρωματιστές εκτάσεις της Αμερικής, η Νόρμα που ύστερα την είπαν Μέριλυν και επαναλαμβάνεται έτσι ανυπέρβλητα τραγική στους λαϊκούς γάμους, τα σινεμά και τις οντισιόν. Έτσι λοιπόν δεν πεθαίνει κανείς. Μόνο γίνεται ιδέα και επίπεδο και έτσι διασώζεται η θεία Μέριλυν στα ασπρόμαυρα ντοκιμαντέρ και τα εξώφυλλα. Είναι τέχνη ο κόσμος μας θεία Μέριλυν και συνηθίζεται στα είδωλα ν΄αποδίδεται πάντοτε μια μοναδική ιερότητα, ως πρακτική ας πούμε ζωγραφική.
Στο θάνατό σου θα καθρεφτίζεται πάντα ο τρόπος που πεθαίνουν τα γλυκά κορίτσια, στο θάνατό σου εδραιώνεται για πάντα η εμπειρία σου, στις πιο μυθικές αλήθεια διαστάσεις. Έτσι λεν τα κορίτσια καθώς ιερουργούν με σκιές παλ, με δραματικές και τερακότας. Τα χρώματά στα μέρη σου είναι απατηλά και ο θεός πάντα φθάνει από μια ενδοχώρα ερημική. Ρωτά για σένα και τους εραστές σου, η εποχή σου διασώζεται ως ακόμη μια ρωμαϊκή άνοιξη και έμοιαζαν όλα σαν τα εκλεκτά ενδύματα και τις εξοχικές επαύλεις που ποτέ δεν τα ζήτησες Μέριλυν. Και όμως η Αμερική με όλη της την καρδιά στα προσέφερε και μες σε αυτά σκοτώθηκες νωρίς Μέριλυν.

Όμως η Αμερική αγαπά πολύ τους μύθους. Η Αμερική τους κοινωνεί μες στο μεγάλο σώμα της, τους θρέφει. Και ας πάσχιζες εσύ να επιβιώσεις άμοιρη Μέριλυν με στραγγαλισμένο λαιμό, με άκρα εξαρθρωμένα, εξορυγμένα μάτια και ένα διαμελισμένο σώμα, σκόρπιο μες στα χρόνια, τις τέμπερες και τις μαρκίζες. Ας είναι Μέριλυν. Εσύ ήσουν πάντα ένα θαύμα. Και η Αμερική μια χώρα πάντα νέα, με την αγωνία της αφθονίας.

Η άλλη Αμερική

Εκείνος που είπε πως ανάμεσα στις νότες και τ΄ακόρντα υπάρχει ακόμη μουσική ήταν ο Τζον Φαχέι. Ο κιθαρωδός από το Μέριλαντ με δακτυλισμούς και ακούσματα από την παλιά ήπειρο, επιβεβαιώνει την ύπαρξη ενός χώρου αδιόρατου ως τότε. Μιλούμε για την πραγματική μαγεία, μια επιθυμία που είναι το πνεύμα του όντος, τόσο υλική και ευέξαπτη, αργή καθώς ξεδιπλώνεται πάνω στα μπράτσα, με λεπτά και ανεπαίσθητα τριημιτόνια τις ώρες που σπάει ο ήλιος. Ο Φαχέι είναι ολόκληρος Αμερική. Με τους ρυθμούς και τις χορδές του ορθώνει την αμερικανική αισθητική και συγγενεύει με άλλους, σπουδαίους σαν και αυτόν.
Εκείνους που προχωρούν την παράδοση παραπέρα ή βαδίζουν πάνω στα άγια χώματά της, μ΄άλλο βήμα και μια ελεύθερη καρδιά. Είναι νησί ψυχολογικό και στιλιστικό η Αμερική. Ο ίδιος φτιάχνει με τις συγχορδίες του άδεια γη ως πέρα, ολόκληρη επιγραφές και υπαίθρια σιωπή μες στο αμερικάνικο σώμα. Μόνο κάτι ζωγραφιές έρωτες πάνω σε πέτρα σκληρή και τ΄όνειρο που ‘γινε προσευχή ή τ΄όνειρο που είναι τώρα φίδι και καρυδιές εμπρός απ΄ το κάθε σπίτι. Ο Τζον Φαχέι φτιαγμένος από μια καινούρια ήπειρο και τους νεκρούς της, ο Φαχέι τεθλασμένος, ισπανικός και αστραπιαίος με στις συγχορδίες του. Ο Φαχέι, φθάνοντας βαθιά μες σ΄έναν κόσμο αλλιώτικο, αγροτικό και θολό, όπως νερά πάνω στα βλέμματα, με τη διακεκριμένη και διακριτική αθωότητά του που είναι μονάχα αμερικάνικη. Μπλουζ του νότου, δύσκολα αισθήματα και η μουσική που βαδίζει πέρα από το τραγούδι, γίνεται ιστορία, με ίχνη μπαρόκ και το μονοφωνικό πρωτογονισμό μιας οριστικά λησμονημένης Αμερικής.

Μια αίσθηση παραπλανημένη οι μελωδίες του Φαχέι, ένας σκοπός υψηλός, να δοθούν οι πραγματικότητες που οι αισθήσεις δεν θα μπορέσουν ποτέ να φθάσουν. Άνθρωπος συνόρων ο κιθαρωδός από την Ουάσιγκτον, ένας άνδρας εθνικός που περιπλέκεται καθώς μιλά με τ΄όργανό του, μια ποσότητα ζωντανή που συλλαμβάνεται, η τελετή με το νόημα η εξωφρενική κιθάρα του Τζόν Φαχέι που όλο θυμάται αποσπάσματα από τον πρώτο κόσμο. Τούτη η Αμερική του Τζον Φαχέι που πέθανε με σπασμένη καρδιά είναι ένα έγκυρο παράδοξο, μες στη σπάταλη ταπεινοφροσύνη της. Έτσι που τελειώνουν οι λόγοι της εθνικής φύσεως, είναι η αγαπημένη, αμερικανική εστία που τραγουδιέται από τον Φαχέι. Τα εξαρθρωμένα ακόρντα του τίποτε περισσότερο από το σόλο του Βασίλη Τσιτσάνη, τα χαμένα χρώματα της επαρχίας και ο Ορφέας που περπατά μες στα χωράφια, διαμελισμένος με τη μνήμη ενός ολόκληρου καημού.

Στο εξώφυλλο του δίσκου του «Ο χορός του θανάτου και άλλες εκλεκτές φυτολογίες» πιστοποιείται ένα δράμα πέρα για πέρα ελληνικό. Ο περατάρης, το σαστισμένο κορίτσι και η απώλεια που λαμβάνει χώρα μες σε μια άνοιξη, σχεδόν ιρλανδική. Η τωρινή σκιά θα κρύβει για καιρό της επιβλητική μνήμη. Μια ανάλογη, επιβλητική φτώχεια. Στο πλαίσιο ενός βάθους μελωδικού, όπως ετούτο του Τζον Φαχέι, η ωραία Αμερική, με την αποκριάτικη μυθολογία της, το παραμύθι που παραφρόνησε μες στον εκσυγχρονισμό του, την αλλοτινή υγεία μιας ιστορίας που εξαντλήθηκε. Ο Τζον Φαχέι θαμμένος στον πορτοκαλεώνα και δίπλα του στοιβαγμένη η παλιά, η αμερικάνικη τέχνη. Με μια ιερότητα απερίγραπτη η τελευταία θα λησμονηθεί. Μαζί και ο κιθαρωδός της Ουάσιγκτον, οι καμέες, μια φυλή ιθαγενών ή ακόμα ο νέος με τον κατακόκκινο σκούφο, το παιδί που ανάβει το κερί, τα πολύχρωμα ξυλόγλυπτα του Χουάν Χούνι. Πάντα ένας βασιλιάς Αιθίοπας στις εθνικές φωτογραφίες και πάντα ο Τζον Φαχέι με την ωραία κιθάρα του και τη μοίρα των μεγάλων. Καθώς η Αθήνα, η Καρχηδόνα και η Ρώμη με τα φρέσκα και τους νωπογράφους. Ανάμεσα στις νότες, τους θανάτους και τ΄αγριολούλουδα χωρεί μια ολόκληρη, υπαίθρια Αμερική. ΚΑΗΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΟ ΚΑΛΟ, 1978, ΜΟΝΑΧΟ (John Fahey) Εκείνος που παίζει στη σκηνή είναι βέβαιος.

Πως τα λαϊκά, ευτυχισμένα παιδιά αποκοιμιούνται τώρα σε μακρινούς σταθμούς, ως πέρα την ενδοχώρα. Έχουν κάνει έρωτα κάτω από τον ήλιο και ανταλλάσουν σήματα με φανούς θυέλης. Προτού πέσει η νύχτα στο φαράγγι, τα τρομερά παιδιά αφήνουν κραυγές. Έπειτα ησυχάζουν στα σανιδένια πατώματα και στηρίζουν ολόκληρη τη νύχτα τις σπουδαίες γέφυρές τους. Είναι τα χέρια των παιδιών εκείνων. H Μάγκι Κάσσιντι και η Νέα Αγγλία με τις χριστιανικές Κυριακές, τ΄ασθενικά χρώματα. Μες στο χιόνι ο Τζακ όταν δεν τρέχει στους διαδρόμους με εξωφρενικό θόρυβο κοιτά τον πατέρα που γερνά φτιάχνοντας πολτό για φθηνές εφημερίδες. Κάτω στην πόλη και άλλες φωνές. Ουρλιαχτά χτυπούν τις ήσυχες πόρτες και πρώτη χειρονομία στην εποχή μας.Οι αιρετικοί μες στο σκοτάδι του Σαν Φρανσίσκο.
Ο Τζακ Κέρουακ δηλώνει πως γράφει συνειρμικά σε ρολό τηλεγραφικού χαρτιού. Έχει αυτοπεποίθηση και ας είναι συντρίμμια. Η Αμερική δεν θα χωρούσε στις κανονικές διαστάσεις. Είναι πλατιά και έτσι ο Τζακ μας αφήνει στην αποβάθρα μ΄έναν συμβολισμό. Ακριβώς όπως στάθηκαν οι άνθρωποι και οι δρόμοι. Οι χρήστες στις στοές τους και τις πρωτοποριακές ζώνες της ελεγχόμενης χρήσης.

Ο γέρος λιάζεται όπως μορφές του Έντουαρντ Χόπερ. Απατημένα μάτια κοιτούν προς το σπίτι. Μια ανήσυχη γωνιά ταράζει τη φωτογραφία. Η Αμερική είναι προικισμένη με μια σαφή υπεροχή στις ευκαιρίες και την ευτυχία. Πάντα ολοένα και πιο δυτικά, πλέει η Αμερική της Μάγκι Κάσσιντι, του παιδιού δρομέα και του ευτυχισμένοι Ίντυμπόυ. Πάντα στο δρόμο, ακούραστοι, με την κατάφαση μιας ιδέας που θα γίνει κίνημα. Μες στο προσωπικό περιθώριο του καθενός η τέχνη θα κρατήσει σπουδαία θέση. Η Αμερική είναι πλατιά, περιέχει και όσα εκείνοι αφηγούνται. Με την αγωνία ενός μονολόγου που΄ναι μια ακραία αληθινή έκφραση. Τα εν προόδω έργα της εποχής μας, γραφές απόμακρες και δύσκολες, όπως σπασμένο φως πρακτορείου μες στην τόση νύχτα. Ο Κέρουακ, ο Γκίνσμπεργκ, ο Μπάροουζ θα συγκρατήσουν το ρυθμό, τη θεραπεία και την αισθητική. Ο κοινός ρυθμός και τα εσωτερικά χώματα που εξαντλούνται πάνω σε πέτρες είναι στοιχεία αναγνωρίσιμα, όταν μιλούμε για εκείνο που απομένει απ΄τα οδοιπορικά βιβλία. Η γαλήνη μιας σοφίας μυστικιστικής, συγγενούς των ανατολικών, η ένταση και ο σπαραγμός θα διαμορφώσουν τελικά το αμερικανικό δράμα.

Που ΄ναι πάντα τ΄όνειρο, όπως όταν τελειώνει η αγάπη οριστικά μες στα υπόγεια γκαράζ γιατί άλλαξε εκείνο το αγόρι για πάντα. Και η Μάγκι αγναντεύει πάντα προς την ψυχή, όλη θάρρος. Η γενιά του μπητ είχε την τόλμη να κάνει μια αυτοκριτική. Να τυραννηθεί κανείς για μια ιδέα, ετούτο ακριβώς συνιστά την αυτοκριτική στάση. Και ήταν όλη θάρρος, και όλο ανθρωπιά και η λυπημένη γνώση πως δεν φθάσαμε ποτέ πέρα από του νου, βαθύτερα. Οι συγγραφείς της περιόδου επιβεβαιώνουν το δικό μας παρόν. Η αυτοκαταστροφική τους ροπή, οι αντικοινωνικές συμπεριφορές διαμορφώνουν ένα περιθώριο. Και όμως μες σε αυτό, επιτελούν έναν σκοπό προφητικό. Εκείνος ο χτύπος ανάμεσα στους ανθρώπους είναι ο παλμός και ραγίζει πάντα ηρωικός. Και αλλάζει για να συγκρατηθεί μες στο σφυγμό των εποχών, κατορθώνει ίσως κάποτε να γίνει συνείδηση, όπως τα οράματα εκείνων των παιδιών που δεν πίστευαν παρά μόνο στους ανθρώπους.
Τραγικοί ήρωες οι ίδιοι, θα στελεχώσουν για πάντα το ταπεινό και γνήσιο υλικό του μύθου για το σπουδαστή και τη μητέρα του και άλλα κοινωνικά, εκλεκτά. Η μεγάλη Αμερική της πρωτοπορίας και του οράματος είναι πια παρελθόν. Κανείς λοιπόν δεν αμφισβητεί τώρα τον γέρο Ουίλιαμ όταν περιγράφει πως τους κόβαν τα δάχτυλα και παιάνιζε ο ύμνος του έθνους και τα λοιπά. Βούλιαζε το καράβι μες στις σκόνες και τους δαχτυλισμούς.